Ο Άγιος Νικόλαος είναι Άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και μία απο τις σημαντικότερες μορφές του Χριστιανισμού. Έζησε τον 4ο αιώνα στα Μύρα της Λικίας, διετέλεσε Επίσκοπος Τριμυθούντος, ενώ για τη σημαντική προσφορά του και την αμετακίνητη θέση στην ορθόδοξη πίστη, βασανίστηκε, φυλακίστηκε και εξορίστηκε. Ο ίδιος συμμετείχε στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο και αποκαλείται θαυματουργός και μυροβλήτης, διότι επιτέλεσε θαύματα ενώ ακόμα βρισκόταν εν ζωή, ενώ κατά την κοίμησή του το σκήνωμά του μυρόβλησε.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλουσίους. Έζησε στην εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού και έλαβε σημαντική μόρφωση. Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας, ο ίδιος όμως αφιερώθηκε στο Θεό μετά την ματάβασή του στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο, με αποτέλεσμα όταν επέστρεψε στην πατρίδα του να χειροτονήθεί Διάκονος. Ακολούθησε ασκητικό βίο και σύντομα έγινε ηγούμενος της Μονής Σιών στα Μύρα της Λυκίας, πραγματοπιώντας σημαντικο έργο στην περιοχή. Αυτό σαν αποτέλεσμα είχε ο λαός της περιοχής να ζητήσει το Νικόλαο για να λάβει το επισκοπικο αξίωμα, όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος της περιοχής.
Από την θέση αυτή ανέπτυξε έντονη δράση και επεξέτεινε τους αγώνες του για την προστασία των φτωχών και των απόρων ιδρύοντας νοσοκομεία και διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Προικισμένος με υψηλό χριστιανικό φρόνημα, ακαταμάχητο θάρρος και ζωτικότητα εμψύχωνε τους διωκόμενους από τους Ρωμαίους χριστιανούς διωκόμενος και εξοριζόμενος και ο ίδιος για τη στάση του αυτή. Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού υπέστη βασανιστήρια, όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας και έσωσε πολλούς ανθρώπους και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του.
Αναφέρονται πολλά θαύματα του Αγίου όπως η απελευθέρωση των τριών στρατηλάτων, θεραπείες νοσούντων και αποκαταστάσεις φτωχών μεταξύ των οποίων και η περίπτωση που έγινε γνωστή, παρά τη θέληση του Νικολάου, όταν ένας φτωχός οικογενειάρχης που κατοικούσε στην περιοχή της πατρίδας του Αγίου, μη έχοντας χρήματα να προικίσει τις τρεις κόρες του, σκόπευε να τις στείλει να γίνουν πόρνες σε οίκο ανοχής, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, άρχισε να πηγαίνει μυστικά έξω από το σπίτι εκείνο τις νύχτες και να αφήνει σακούλια με χρήματα. Σε τρεις νύχτες εξασφάλισε την προίκα των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά νομίσματα στην κάθε μία. Την τρίτη φορά όμως, ο πατέρας είχε παραφυλάξει για να δει ποιος ήταν ο άγνωστος ευεργέτης, και όταν αντιλήφθηκε τον Άγιο, τον παρακάλεσε να μην το αποκαλύψει σε κανέναν. Έτσι, οι τρεις κόρες παντρεύτηκαν κι ο πατέρας μετανόησε για την πρόθεσή του.
Το 325 ο Άγιος Νικόλαος έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας και καταπολέμησε τις διδασκαλίες του Αρείου. Σύμφωνα με την παράδοση λέγεται ότι κατά τη Σύνοδο χαστούκισε τον Άρειο και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον έβαλε στη φυλακή. Όταν επέστρεψε απο τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Ο άγιος Νικόλαος πέθανε ειρηνικά στις 6 Δεκεμβρίου του έτους 330 μ.Χ. (Κατ’ άλλους του 345 ή 352). Μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλύτης», καθώς τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν Άγιο Μύρο, όπως και άλλων αγίων. Τα λείψανά του διατηρήθηκαν στα Μύρα έως και τον ενδέκατο αιώνα, όπου το 1087 κάποιοι ναύτες τα αφαίρεσαν και τα μετέφεραν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι, όπου τοποθετήθηκαν στο Ναό του Αγίου Στεφάνου. Λέγεται ότι κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας άρχισε να αναβλύζει τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, ενώ αρκετοί λιποθυμούσαν από την ευωδία του μύρου αυτού.
Η μνήμη του τιμάται στις 6 Δεκεμβρίου τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου
Ο νέος τάφος του Αγίου Νικολάου στο Μπάρι ανοίχτηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953, επειδή έπρεπε να γίνουν αναστηλωτικά και αναπαλαιωτικά έργα στη Βασιλική του Αγίου Στεφάνου. Με την ευκαιρία αυτή έγινε αναγνωριστικός έλεγχος και καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο από τον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Bari, Luigi Martino, με τη βοήθεια του Δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου. Το 1957, ο ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό πραγματοποίησαν μια δεύτερη εξέταση των λειψάνων, τα οποία αμέσως μετά τοποθετήθηκαν στη σαρκοφάγο από όπου τα είχαν βγάλει αρχικά. Επρόκειτο για μια «ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ατόμου, στο όποιο άνηκαν τα υπό εξέταση οστικά λείψανα»[1].
Η εξέταση απέδειξε ότι πολλά τμήματα των οστών έλειπαν, και ότι η κάρα είχε διατηρηθεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Παράλληλα, όταν ανοίχτηκε ή σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα υγρό διαυγές, άχρωμο και άοσμο, σαν νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα οστά βρίσκονταν πάνω από τη στάθμη του υγρού, που έφτανε στα 2-3 εκ. μ. από τον πυθμένα της σαρκοφάγου, ήταν υγρά όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της. Επίσης από αυτό το υγρό ήταν γεμάτες οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών. Η εξέταση του υγρού στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Bari έδειξε ότι επρόκειτο για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Τα σχετικά Αγιολογικά κείμενα λένε ότι και όταν οι βαρηνοί ναύτες έσπασαν την πλάκα, του τάφου του Αγίου στα Μύρα, για να πάρουν τα λείψανα, τα βρήκαν μέσα σε «Θείο μύρο», (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum). Σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή, η ύπαρξη του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν. Η μελέτη των οστών έδειξε ότι ο κάτοχός τους έπασχε από αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα και διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση. Θεωρείται ότι αυτά πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, όπως μαρτυρούν τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Ο ίδιος καθηγητής εκτέλεσε ανάπλαση της μορφής του αγίου Νικολάου με βάση τα οστά της κάρας του, και το αποτέλεσμα έμοιαζε με τη μορφή του αγίου όπως εικονίζεται στο Παρεκκλήσιο του Άγ. Ισιδώρου της Βασιλικής του Άγ. Μάρκου Βενετίας.[2]
Προστάτης ναυτικών – Λαογραφία
Ο Άγιος Νικόλαος , θεωρείται ο κατ’ εξοχήν προστάτης των ναυτικών καθώς και του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος, γιατί στον βίο του αναφέρονται θαύματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα. Για το λόγο αυτό, όλα τα πλοία του πολεμικού ναυτικού, καθώς και όλα τα εμπορικά, φέρουν την εικόνα του [1]. Παρεκκλήσια που φέρονται επί πλοίων είναι αφιερωμένα στον Άγιο Νικόλαο, όπως και εκείνο στο ιστορικό Θ/Κ Γ.Αβέρωφ. Επίσης πολλά πλεούμενα παίρνουν το όνομά του και ως προστάτης των ναυτικών αναφέρεται και σε πολλά νησιώτικα τραγούδια. Η ημέρα τιμής του Αγίου Νικολάου είναι επίσημη αργία σε όλα τα ελληνικά πλοία, λιμένες, Υπηρεσίες λιμένων και ναυτιλιακές εταιρείες. Επίσημη επίσης αργία είναι για το Πολεμικό Ναυτικό, το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και το Λιμενικό Σώμα.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από γονείς ευσεβείς και πλουσίους. Έζησε στην εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού και Μαξιμιανού και έλαβε σημαντική μόρφωση. Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας, ο ίδιος όμως αφιερώθηκε στο Θεό μετά την ματάβασή του στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο, με αποτέλεσμα όταν επέστρεψε στην πατρίδα του να χειροτονήθεί Διάκονος. Ακολούθησε ασκητικό βίο και σύντομα έγινε ηγούμενος της Μονής Σιών στα Μύρα της Λυκίας, πραγματοπιώντας σημαντικο έργο στην περιοχή. Αυτό σαν αποτέλεσμα είχε ο λαός της περιοχής να ζητήσει το Νικόλαο για να λάβει το επισκοπικο αξίωμα, όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος της περιοχής.
Από την θέση αυτή ανέπτυξε έντονη δράση και επεξέτεινε τους αγώνες του για την προστασία των φτωχών και των απόρων ιδρύοντας νοσοκομεία και διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Προικισμένος με υψηλό χριστιανικό φρόνημα, ακαταμάχητο θάρρος και ζωτικότητα εμψύχωνε τους διωκόμενους από τους Ρωμαίους χριστιανούς διωκόμενος και εξοριζόμενος και ο ίδιος για τη στάση του αυτή. Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού υπέστη βασανιστήρια, όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας και έσωσε πολλούς ανθρώπους και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του.
Αναφέρονται πολλά θαύματα του Αγίου όπως η απελευθέρωση των τριών στρατηλάτων, θεραπείες νοσούντων και αποκαταστάσεις φτωχών μεταξύ των οποίων και η περίπτωση που έγινε γνωστή, παρά τη θέληση του Νικολάου, όταν ένας φτωχός οικογενειάρχης που κατοικούσε στην περιοχή της πατρίδας του Αγίου, μη έχοντας χρήματα να προικίσει τις τρεις κόρες του, σκόπευε να τις στείλει να γίνουν πόρνες σε οίκο ανοχής, προκειμένου να εξασφαλίσει χρήματα. Όταν το έμαθε αυτό ο Νικόλαος, άρχισε να πηγαίνει μυστικά έξω από το σπίτι εκείνο τις νύχτες και να αφήνει σακούλια με χρήματα. Σε τρεις νύχτες εξασφάλισε την προίκα των τριών κοριτσιών, αφήνοντας 100 χρυσά νομίσματα στην κάθε μία. Την τρίτη φορά όμως, ο πατέρας είχε παραφυλάξει για να δει ποιος ήταν ο άγνωστος ευεργέτης, και όταν αντιλήφθηκε τον Άγιο, τον παρακάλεσε να μην το αποκαλύψει σε κανέναν. Έτσι, οι τρεις κόρες παντρεύτηκαν κι ο πατέρας μετανόησε για την πρόθεσή του.
Το 325 ο Άγιος Νικόλαος έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας και καταπολέμησε τις διδασκαλίες του Αρείου. Σύμφωνα με την παράδοση λέγεται ότι κατά τη Σύνοδο χαστούκισε τον Άρειο και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον έβαλε στη φυλακή. Όταν επέστρεψε απο τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Ο άγιος Νικόλαος πέθανε ειρηνικά στις 6 Δεκεμβρίου του έτους 330 μ.Χ. (Κατ’ άλλους του 345 ή 352). Μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλύτης», καθώς τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν Άγιο Μύρο, όπως και άλλων αγίων. Τα λείψανά του διατηρήθηκαν στα Μύρα έως και τον ενδέκατο αιώνα, όπου το 1087 κάποιοι ναύτες τα αφαίρεσαν και τα μετέφεραν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι, όπου τοποθετήθηκαν στο Ναό του Αγίου Στεφάνου. Λέγεται ότι κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας άρχισε να αναβλύζει τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, ενώ αρκετοί λιποθυμούσαν από την ευωδία του μύρου αυτού.
Η μνήμη του τιμάται στις 6 Δεκεμβρίου τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Εξέταση λειψάνων για ανάπλαση προσώπου
Ο νέος τάφος του Αγίου Νικολάου στο Μπάρι ανοίχτηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου του 1953, επειδή έπρεπε να γίνουν αναστηλωτικά και αναπαλαιωτικά έργα στη Βασιλική του Αγίου Στεφάνου. Με την ευκαιρία αυτή έγινε αναγνωριστικός έλεγχος και καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο από τον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Bari, Luigi Martino, με τη βοήθεια του Δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου. Το 1957, ο ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό πραγματοποίησαν μια δεύτερη εξέταση των λειψάνων, τα οποία αμέσως μετά τοποθετήθηκαν στη σαρκοφάγο από όπου τα είχαν βγάλει αρχικά. Επρόκειτο για μια «ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ατόμου, στο όποιο άνηκαν τα υπό εξέταση οστικά λείψανα»[1].
Η εξέταση απέδειξε ότι πολλά τμήματα των οστών έλειπαν, και ότι η κάρα είχε διατηρηθεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Παράλληλα, όταν ανοίχτηκε ή σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα υγρό διαυγές, άχρωμο και άοσμο, σαν νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα οστά βρίσκονταν πάνω από τη στάθμη του υγρού, που έφτανε στα 2-3 εκ. μ. από τον πυθμένα της σαρκοφάγου, ήταν υγρά όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της. Επίσης από αυτό το υγρό ήταν γεμάτες οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών. Η εξέταση του υγρού στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Bari έδειξε ότι επρόκειτο για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Τα σχετικά Αγιολογικά κείμενα λένε ότι και όταν οι βαρηνοί ναύτες έσπασαν την πλάκα, του τάφου του Αγίου στα Μύρα, για να πάρουν τα λείψανα, τα βρήκαν μέσα σε «Θείο μύρο», (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum). Σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή, η ύπαρξη του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν. Η μελέτη των οστών έδειξε ότι ο κάτοχός τους έπασχε από αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα και διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση. Θεωρείται ότι αυτά πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, όπως μαρτυρούν τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Ο ίδιος καθηγητής εκτέλεσε ανάπλαση της μορφής του αγίου Νικολάου με βάση τα οστά της κάρας του, και το αποτέλεσμα έμοιαζε με τη μορφή του αγίου όπως εικονίζεται στο Παρεκκλήσιο του Άγ. Ισιδώρου της Βασιλικής του Άγ. Μάρκου Βενετίας.[2]
Προστάτης ναυτικών – Λαογραφία
Ο Άγιος Νικόλαος , θεωρείται ο κατ’ εξοχήν προστάτης των ναυτικών καθώς και του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και Λιμενικού Σώματος, γιατί στον βίο του αναφέρονται θαύματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα. Για το λόγο αυτό, όλα τα πλοία του πολεμικού ναυτικού, καθώς και όλα τα εμπορικά, φέρουν την εικόνα του [1]. Παρεκκλήσια που φέρονται επί πλοίων είναι αφιερωμένα στον Άγιο Νικόλαο, όπως και εκείνο στο ιστορικό Θ/Κ Γ.Αβέρωφ. Επίσης πολλά πλεούμενα παίρνουν το όνομά του και ως προστάτης των ναυτικών αναφέρεται και σε πολλά νησιώτικα τραγούδια. Η ημέρα τιμής του Αγίου Νικολάου είναι επίσημη αργία σε όλα τα ελληνικά πλοία, λιμένες, Υπηρεσίες λιμένων και ναυτιλιακές εταιρείες. Επίσημη επίσης αργία είναι για το Πολεμικό Ναυτικό, το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και το Λιμενικό Σώμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου